ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Spread out (to)
Ελληνικά : Απλώνω, Διαβαθμίζω, Διασκορπίζω, Κλιμακώνω
Γαλλικά : Disséminer, Échelonner, Étaler
Γερμανικά : Abstufen, Auflösen, Einstufen, Eskalieren, Verbreiten
Επιστροφή