ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Fliegen
Ελληνικά : Πετώ
Αγγλικά : Fly (to)
Γαλλικά : Voler (dans les airs)
Επιστροφή