ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Flexibel
Ελληνικά : Ευέλικτος, Εύκαμπτος
Αγγλικά : Flexible, Versatile
Γαλλικά : Flexible, Polyvalent(e) (personne)
Επιστροφή