ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Direct
Ελληνικά : Άμεσος, ευθύς
Αγγλικά : Direct
Γερμανικά : Direkte, gerade
Επιστροφή