ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Squandering
Ελληνικά : Διασπάθιση, Κατασπατάληση, Σπατάλη
Γαλλικά : Dilapidation, Gaspillage
Γερμανικά : Vergeudung, Verschwendung
Επιστροφή