ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Profitability
Ελληνικά : Απόσβεση (κερδοφορία)
Γαλλικά : Amortissement (rentabilité)
Γερμανικά : Abzahlung
Επιστροφή