ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Dévaloriser
Ελληνικά : Υποβαθμίζω, Υποτιμώ
Αγγλικά : Depreciate (to), Devalue (to)
Γερμανικά : Abwerten, Herunterstufen
Επιστροφή