ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Απαρχαιωμένος
Αγγλικά : Obsolete, Outdated, Outmoded
Γαλλικά : Désuet/ en désuétude
Γερμανικά : überholt, Veraltet
Επιστροφή