ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Λεηλασία
Αγγλικά : Damage, Plundering
Γαλλικά : Déprédation, Déprédation (pillage), Pillage
Γερμανικά : Plünderung, Schaden
Επιστροφή