ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Στερώ
Αγγλικά : Deprive (to), Deprive of (to)
Γαλλικά : Déposséder, Priver
Γερμανικά : Berauben, entziehen
Επιστροφή