ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Dépenser
Ελληνικά : Δαπανώ, Ξοδεύω
Αγγλικά : Spend (to)
Γερμανικά : ausgeben
Επιστροφή