ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Deteriorate (to)
Ελληνικά : Υποβαθμίζω, Υποβιβάζω, Φθείρομαι, Χειροτερεύω
Γαλλικά : Dégrader, Dégrader(se)
Γερμανικά : degradieren, Erniedrigen, Verfallen, verschlechtern
Επιστροφή