ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Clear (to)
Ελληνικά : Αποψιλώνω, Εκχερσώνω
Γαλλικά : Défricher
Γερμανικά : Abholzen, räumen
Επιστροφή