ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Loss making
Ελληνικά : Ελλειματικός (εταιρία)
Γαλλικά : Déficitaire (entreprise)
Γερμανικά : verlustbringend
Επιστροφή