ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Erdölquelle
Ελληνικά : Πετρελαιοπηγή
Αγγλικά : Oil well
Γαλλικά : Puits de pétrole
Επιστροφή