ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Decorate (to)
Ελληνικά : Διακοσμώ, Στολίζω
Γαλλικά : Décorer, Ornementer
Γερμανικά : Dekorieren, schmücken
Επιστροφή