ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Αδίκημα
Αγγλικά : Crime, Offence
Γαλλικά : Délit, Infraction
Γερμανικά : Strafrat, Verbrechen, Vergehen
Επιστροφή