ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Délit
Ελληνικά : Αδίκημα
Αγγλικά : Crime, Offence
Γερμανικά : Strafrat, Verbrechen
Επιστροφή