ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Entlohnen
Ελληνικά : Αμείβω
Αγγλικά : Pay (to)
Γαλλικά : Rémunérer
Επιστροφή