ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Αποφασίζω
Αγγλικά : Decide (to)
Γαλλικά : Décider
Γερμανικά : Entscheiden
Επιστροφή