ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Cultiver
Ελληνικά : Καλλιεργώ
Αγγλικά : Cultivate (to), Farm (to)
Γερμανικά : bebauen
Επιστροφή