ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Einstimmig
Ελληνικά : Ομόφωνα, Ομόφωνος, Παμψηφεί
Αγγλικά : Unanimous, Unanimously
Γαλλικά : Unanime, Unanimement
Επιστροφή