ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Grow (to)
Ελληνικά : Αναπτύσσω, Αυξάνω, Καλλιεργώ, Μεγαλώνω
Γαλλικά : Croître, Développer, Grossir
Γερμανικά : Entwickeln, Gedeihen, Wachsen
Επιστροφή