ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Short term (in the)
Ελληνικά : Βραχυπρόθεσμα
Γαλλικά : Court terme (à)
Γερμανικά : Kurzfristig
Επιστροφή