ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Ein Kind in die Schule geht
Ελληνικά : Παιδί που πηγαίνει σχολείο
Αγγλικά : Child attending school
Γαλλικά : Scolarisé (enfant)
Επιστροφή