ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Ein Haus besitzen
Ελληνικά : Έχω σπίτι
Αγγλικά : Have a home of one's own (to)
Γαλλικά : Avoir un chez soi
Επιστροφή