ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Durchdringen
Ελληνικά : Διαπερνώ
Αγγλικά : Break through (to)
Γαλλικά : Percer (le marché)
Επιστροφή