ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Contemporary
Ελληνικά : Νεότερος, Σύγχρονος
Γαλλικά : Contemporain
Γερμανικά : jünger, Zeitgenosse
Επιστροφή