ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Consume (to)
Ελληνικά : Καταναλώνω
Γαλλικά : Consommer
Γερμανικά : verbrauchen/konsumieren
Επιστροφή