ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Deregulieren
Ελληνικά : Απορυθμίζω
Αγγλικά : Deregulate (to)
Γαλλικά : Déréglementer, Déréguler
Επιστροφή