|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Κατασκευάζω
- Αγγλικά : Build (to), Construct (to), Make (to), Manufacture (to), Produce (to)
- Γαλλικά : Confectionner, Construire, Édifier, Fabriquer
- Γερμανικά : Bauen, fabrizieren, herstellen, Produzieren
Επιστροφή