ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Compression
Ελληνικά : Περικοπή, Περιστολή, Συμπίεση
Αγγλικά : Reduction, Squeeze
Γερμανικά : Beschneidung, Einschränkung, Kompression
Επιστροφή