|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Reduction
- Ελληνικά : Έκπτωση, Μείωση (έκπτωση), Περικοπή, Περιστολή
- Γαλλικά : Compression, Diminution (rabais), Réduction
- Γερμανικά : Beschneidung, Einschränkung, Rabatt, Reduction (Rabatt)
Επιστροφή