ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Composante
Ελληνικά : Εξάρτημα, Συστατικό
Αγγλικά : Component, part
Γερμανικά : Komponent, Komponente
Επιστροφή