ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Πλήρης
Αγγλικά : Complete, Full
Γαλλικά : Complet (adj), Plein
Γερμανικά : Vervollständigen, Vollständig
Επιστροφή