ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Compétence
Ελληνικά : Αρμοδιότητα, Δεξιότητα, Ικανότητα
Αγγλικά : Competence, Expertise, Skill
Γερμανικά : Craft, Kapazität, Kompetenz
Επιστροφή