ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Compensate (for) (to)
Ελληνικά : Αντισταθμίζω, Αποζημιώνω
Γαλλικά : Compenser
Γερμανικά : Entschädigen, Haltung
Επιστροφή