ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Coupon
Ελληνικά : Κουπόνι
Αγγλικά : Voucher
Γαλλικά : Bon (n)
Επιστροφή