ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Ταξιδιώτης
Αγγλικά : Traveller
Γαλλικά : Voyageur(se)
Γερμανικά : Reisender
Επιστροφή