ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Vol
Ελληνικά : Κλοπή, Πέταγμα, Πτήση
Αγγλικά : Flight, Robbery
Γερμανικά : Diebstahl, Fliegend, Flug
Επιστροφή