ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Aim (to)
Ελληνικά : Επιδιώκω, Σημαδεύω, Στοχεύω
Γαλλικά : Viser
Γερμανικά : kennzeichnen, Verfolgen, Zielen
Επιστροφή