ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Γέρος
Αγγλικά : Old man, Old man (an)
Γαλλικά : Vieillard, Vieux (n)
Γερμανικά : Alt, Alte (Mann)
Επιστροφή