ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Veiller (sur quelqu'un)
Ελληνικά : Ξαγρυπνώ, Προσέχω, Φροντίζω
Αγγλικά : Watch (to)
Γερμανικά : Aufbleiben, Beobachten, Pflege
Επιστροφή