ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Varier
Ελληνικά : Κυμαίνομαι, Ποικίλλω
Αγγλικά : Vary (to)
Γερμανικά : Schwanken, variieren
Επιστροφή