ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Vaccinate (to)
Ελληνικά : Εμβολιάζω
Γαλλικά : Vacciner
Γερμανικά : Impfen
Επιστροφή