ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Usurper
Ελληνικά : Σφετερίζομαι, Υφαρπάζω
Αγγλικά : Usurp (to)
Γερμανικά : Stehlen, Usurprieren
Επιστροφή