ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Unitaire (adj)
Ελληνικά : Μονάδας (τιμή), ενωτικός
Αγγλικά : Unitary
Γερμανικά : Einzelwert (Preis), Vereinigungs-
Επιστροφή