ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Beweisen
Ελληνικά : Αποδεικνύω
Αγγλικά : Prove (to)
Γαλλικά : Prouver
Επιστροφή