ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Railwaymen
Ελληνικά : Υπάλληλος σιδηροδρόμου
Γαλλικά : Travailleur du rail
Γερμανικά : Eisenbahn Arbeiter
Επιστροφή