ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Betrügen
Ελληνικά : Αισχροκερδώ, Απατώ, Εξαπατώ
Αγγλικά : Cheat (to), Deceive (to), Lie fallow (to), Swindle (to)
Γαλλικά : Escroquer, Être en triche, Frauder, Gruger, Tromper
Επιστροφή